ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀριθμὸς 49
Κυριακή κζ΄ Ἐπιστολῶν
Ἁγίου Νικολάου
6 Δεκεμβρίου 2015
(Ἑβρ. ιγ΄17-21)
«Προσεύχεσθε περὶ ἡμῶν»
Νὰ προσεύχεσθε γιὰ μᾶς, λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή του καὶ φυσικὰ σὲ ὅλους τοὺς χριστιανούς. Περὶ προσευχῆς, λοιπὸν, σήμερα θὰ μιλήσουμε. Καὶ πρῶτα τί εἶναι ἡ προσευχή.
Ἡ προσευχή, ἀδελφοί μου, εἶναι μία μεγάλη δύναμη ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο ἤ καλύτερα ποὺ δίδαξε ὁ Θεάνθρωπος Σωτήρας καὶ Λυτρωτής μας, γιὰ νὰ ἐπικοινωνοῦμε μαζί Του. Εἶναι τὸ τηλέφωνο ποὺ συνδέει τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανό. Ὅταν θέλεις νὰ ἐπικοινωνήσεις μὲ κάποιον δικό σου στὴν Ἀμερική, στὴν Αὐστραλια ἤ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ, σηκώνεις τὸ ἀκουστικό, ἀνοίγεις γραμμὴ καὶ συνδέεσαι. Κι ὅταν ἀκούσεις τὴ φωνὴ τοῦ δικοῦ σου ἀνθρώπου, ποὺ βρίσκεται τόσο μακριά, εὐχαριστεῖσαι. Ἐὰν εἶναι ἀναγκαῖο καὶ εὐχάριστο ν’ ἀκοῦς τὴ φωνὴ τῶν ἀνθρώπων σου ἀπὸ μακρινὴ χώρα, πόσο περισσότερο τὸ νὰ ἐπικοινωνεῖς μὲ τὸν Θεό;
Ἄραγε τί ἔχει νὰ πεῖ ὁ ἄνθρωπος στὸ Θεό; Ποιὸ μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ θέμα τῆς τηλεφωνικῆς ἐπικοινωνίας; Ἄλλοτε μέν, ὅταν βλέπει τὰ ἔξοχα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ νὰ Τὸν δοξολογεῖ, νὰ λέγει «δόξα σοι ὁ Θεός». Ὅταν πάλι ἀναλογίζεται τὶς ἄπειρες εὐεργεσίες Του – τὸν ἀέρα ποὺ ἀναπνέουμε, τὸ νερὸ ποὺ πίνουμε, τὸν ἥλιο ποὺ μᾶς ζεσταίνει, τὴν καθημερινὴ τροφὴ καὶ προπάντων τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας – νὰ Τὸν εὐχαριστεῖ. Κι ὅταν πάλι νοιώθει τὶς ποικίλες ἀνθρώπινες ἀνάγκες, τὰ «μικρὰ συννεφάκια» στὴ ζωή του, νὰ παρακαλεῖ τὸν Θεό. Ἡ προσευχὴ, λοιπὸν, εἶναι ἄλλοτε δοξολογία, ἄλλοτε δέηση, παράκληση καὶ ἄλλοτε – δυστυχῶς λιγότερο- εὐχαριστία.
Ἡ προσευχὴ μπορεῖ νὰ γίνεται ἀτομικά, ἀπὸ τὸν καθένα χωριστά, στὸ δωμάτιό του ἤ στὸ χῶρο τῆς δουλειᾶς του. Νὰ ποῦμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν», τὸ «Πιστεύω», νὰ ποῦμε τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» ποὺ εἶναι δυνατὴ προσευχή, σιωπηλά, χωρὶς νὰ παίρνει εἴδηση ὁ διπλανός μας, ἀλλὰ ἂν γίνεται σωστά, φτάνει στὸ Θεὸ δυνατά. Ὅπως τότε ποὺ προσευχόταν ὁ Μωυσῆς χωρὶς νὰ ἀκούγεται καὶ τοῦ εἶπε ὁ Θεὸς νὰ μὴ φωνάζει γιατί Τὸν ξεκούφανε. Μπορεῖ ἡ προσευχὴ νὰ γίνεται ἀπὸ ὅλη τὴν οἰκογένεια, οἰκογενειακὴ προσευχή, ὅπως ἔκαναν οἱ πρόγονοί μας τὰ παλαιότερα καὶ ἁγιασμένα χρόνια. Ἐμεῖς σήμερα δὲν προσευχόμαστε οἰκογενειακά. Ἀποτέλεσμα; Ἔφυγε ὁ Θεὸς ἀπὸ κοντά μας καὶ βλέπετε ποῦ καταντήσαμε. Ἀγρίεψαν οἱ ἄνθρωποι, ἔγιναν θηρία. Οἱ εἰδήσεις στάζουν αἷμα. Σκοτώνει ὁ πατέρας τὰ παιδιά του καὶ τὰ παιδιὰ τὸν πατέρα καὶ τὴ μάνα. Καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτὰ τί συμμετοχὴ νὰ περιμένουμε στὴν κοινὴ λατρεία; Ἄδειασαν οἱ Ἱεροὶ Ναοὶ καὶ γέμισαν οἱ φυλακές.
Τὸ παράδειγμα τῆς προσευχῆς μᾶς τὸ ἔδωσε ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής μας, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος προσευχήθηκε πολλὲς φορὲς, ὅπως βεβαιώνουν οἱ Εὐαγγελιστές. Προσευχήθηκε γιὰ τοὺς μαθητές Του, τοὺς φίλους Του, γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς σταυρωτές Του, γι’ αὐτοὺς ποὺ Τοῦ ἔβαζαν τὰ καρφιά. Προσεύχονταν καὶ οἱ Ἀπόστολοι μετὰ τὴν Πεντηκοστή, προσευχόταν ἡ Παναγία μας. Προσεύχονταν ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὅπως ὁ Ἅγιος Νικόλαος, τοῦ ὁποίου τὴ μνήμη σήμερα ἑορτάζουμε. Ὅλο προσευχὴ ἦταν ἡ ζωή τους. Καὶ ἡ ὡραιότερη προσευχὴ τους ἦταν ὅταν τοὺς συγχωροῦσαν ὅλους καὶ παρακαλοῦσαν καὶ γι’ αὐτοὺς ἀκόμη ποὺ τοὺς βασάνιζαν, γιὰ τοὺς δημίους τους. Τότε ἐπαναλάμβαναν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23, 34).
Ἡ προσευχή, ἀδελφοί μου, κάνει θαύματα. Ποιὰ προσευχὴ ὅμως εἰσακούεται; Αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ πίστη. Μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Μὲ σιγουριὰ πὼς ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε. Μὲ ἐπιμονὴ πρέπει νὰ γίνεται ἡ προσευχή μας. Ὄχι μία καὶ δύο φορὲς∙ νὰ ζητᾶμε καὶ νὰ κουραζόμαστε. Μὲ ὑπομονή, νὰ μὴν εἴμαστε βιαστικοί. Ὁ Θεός, μᾶς βεβαιώνει ὁ Χριστός μας, πρὶν ζητήσουμε ξέρει τὶς ἀνάγκες μας. Πρέπει ἡ προσευχὴ νὰ γίνεται μὲ ἀγάπη στὴν καρδιά μας, μὲ εἰρήνη. Πάνω ἀπ’ ὅλα πρέπει νὰ προσέχουμε τὰ αἰτήματά μας. Ὅταν ὁ Μωυσῆς πέρασε τοὺς Ἰσραηλίτες ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα καὶ τοὺς ἔφερε στὴν ἔρημο, τοῦ ζητοῦσαν τὰ κρεμμύδια καὶ τὰ σκόρδα τῆς Αἰγύπτου. Ὅταν προσευχόμαστε λοιπὸν κι ἐμεῖς νὰ ζητᾶμε μεγάλα, ὄχι μικρά. «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου». Αὐτὸ ἂς εἶναι ἡ προσευχή μας.
Νὰ μὴ ζητοῦμε εὐτελῆ ὑλικὰ πράγματα. Νὰ ζητοῦμε πολύτιμα πνευματικὰ πράγματα, ἀδελφοί μου. Καὶ τότε ὁ Θεός, κοντὰ στὰ μεγάλα θὰ μᾶς δώσει καὶ τὰ μικρά. Τὸ βεβαίωσε ὁ ἴδιος: «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην Αὐτοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου